Το θέμα του ΕNΦΙΑ βρίσκεται συνέχεια στην επικαιρότητα, λόγω των συνεχών σφαλμάτων του ΥΠΕΘΟ στον υπολογισμό του. Το μόνο σταθερό σημείο της φορολογικής πολιτικής μέχρι τώρα είναι πως εξακολουθεί να είναι απρόβλεπτη και χαοτική, ακολουθώντας την «παράδοση» που της κληρονόμησε ο πρώην γ.γ. κ. Θεοχάρης με το παγκόσμιο ρεκόρ των 695 ερμηνευτικών εγκυκλίων σε εάν χρόνο.
Πιο ουσιαστικό ωστόσο είναι το αν ο ΕΝΦΙΑ είναι δίκαιος φόρος, όπως έχουν επιχειρήσει να τον παρουσιάσουν ο εμπνευστής του, τότε σύμβουλος του κ. Στουρνάρα, κ. Καραβίτης, και ορισμένοι υπουργοί, όπως ο κ. Βορίδης. Κύριο επιχείρημά τους είναι πως η ακίνητη περιουσία είναι πλούτος (που πραγματικά είναι) που διαφέρει από άτομο σε άτομο, άρα είναι σωστό να φορολογείται.
Στην πραγματικότητα όμως, το επιχείρημα δεν ευσταθεί. Πρώτον, είναι πραγματικά πλούτος, όχι όμως ο μόνος. Είναι ένα από τα πολλά στοιχεία πλούτου ενός ατόμου, παράλληλα προς τις καταθέσεις, ομόλογα, μετοχές, αμοιβαία κεφάλαια και όλα τα άλλα είδη αποταμιεύσεων. Ως ακραία περίπτωση ένα άτομο έχει τοποθετήσει όλες του τις αποταμιεύσεις σε ακίνητα, ενώ ένα άλλο σε κινητά, πχ., μετοχές και αμοιβαία. Η φορολόγηση των δυο είναι διαφορετική, με μεγαλύτερη επιβάρυνση του πρώτου, λόγω ΕΝΦΙΑ, που στην ουσία αποτελεί παραβίαση της γενικής δημοκρατικής αρχής της ισονομίας. Ισονομία στο θέμα της φορολόγησης σημαίνει πως δυο άτομα με ίδιο συνολικό ύψος εσόδων και περιουσίας πρέπει να φορολογούνται ακριβώς το ίδιο και όχι διαφορετικά.
Εχει υποστηριχθεί, χωρίς να υπάρξει από όσα γνωρίζω, αποδεικτικό στοιχείο υπέρ ή κατά, πως το τέλος και ο ΕΝΦΙΑ εισήχθησαν μετά από απαίτηση της τρόικας, που θεωρούσε πως η μεγάλη προτίμηση των Ελλήνων για τα ακίνητα ήταν αντιπαραγωγική σε σχέση με άλλες μορφές, πχ., επενδύσεις σε επιχειρήσεις, χρηματιστήριο κλπ. Χωρίς να θέλω να επεκταθώ πολύ εδώ, τα αντεπιχειρήματα αφορούν το πόσο πρέπει η πολιτεία να παρεμβαίνει στις προτιμήσεις των πολιτών, κατευθύνοντας τους από πιο ασφαλείς (τουλάχιστον στο παρελθόν) επενδύσεις, όπως τα ακίνητα, σε πιο ριψοκίνδυνες, πχ., ομόλογα και μετοχές, και μάλιστα όταν η ίδια με την πολιτική της έχει καταστήσει αυτές τις επενδύσεις εξαιρετικά ευμετάβλητες και επικίνδυνες, όπως φάνηκε από το κούρεμα των ομολόγων ή την μεγάλη μεταβλητότητα του ΧΑΑ. Αλλά και το «μη παραγωγικό» των επενδύσεων σε ακίνητα φαίνεται εν μέρει, τουλάχιστον, για τα ελληνικά δεδομένα, λανθασμένο.
Ο κλάδος των ακινήτων έχει μεγάλες διασυνδέσεις με πάρα πολλούς παραγωγικούς κλάδους της βιομηχανίας, όπως δομικά υλικά, μέταλλα, χρώματα, έπιπλα κλπ, δίνοντας ανάλογη απασχόληση. Η επιβολή του τέλους ΕΝΦΙΑ σε περιόδους ύφεσης, λόγω της πολιτικής των μνημονίων, νέκρωσε την αγορά ακινήτων, βάθυνε την ύφεση και μεγάλωσε την ανεργία.
Οπως υποστήριξε με ειλικρίνεια ο υπουργός κ. Χαρδούβελης, το μεγάλο επιπλέον πρόβλημα της επιβολής του ΕΝΦΙΑ είναι πως ανατρέπει πλήρως τις προοπτικές και τις προσδοκίες των πολιτών που επένδυαν σε ακίνητα. Το έκαναν με την προοπτική συγκεκριμένης περιόδου απόσβεσης, και συγκεκριμένης απόδοσης της επένδυσης τους, είτε με τη μορφή ενοικίων, είτε με τη μορφή της πληρωμής ενοικίου όταν το ακίνητο χρησιμοποιείται για ιδιοκατοίκηση: Ο κ. Χαρδούβελης ουσιαστικά παραδέχτηκε έμμεσα, πως το κράτος λειτουργούσε ως απατεώνας, ανατρέποντας προηγούμενες «συμφωνίες» με τους πολίτες του ως προς την προβλεψιμότητα και σταθερότητα του φορολογικού συστήματος. Και αυτό είναι ότι χειρότερο μπορεί να υπάρξει για την επιχειρηματικότητα και την ελκυστικότητα της χώρας ως προορισμού επενδύσεων.
Πραγματικά, όλοι οι διεθνείς οργανισμοί και ινστιτούτα κατατάσσουν την Ελλάδα πολύ χαμηλά ως προς την προστασία των περιουσιακών δικαιωμάτων και την αξιοπιστία-σταθερότητα του φορολογικού συστήματος. Η Παγκόσμια Τράπεζα τοποθετεί την Ελλάδα (έκθεση «doing business» του 2014) ως προς τη φορολογία στη θέση 59, από 189 χώρες, από 41 που ήταν το προηγούμενο έτος, δηλαδή απώλεια 18 θέσεων! Ως προς τους δείκτες της Παγκόσμιας Οικονομικής Ελευθερίας, η Ελλάδα κατείχε για το 2011 την 85η θέση ανάμεσα σε 144 χώρες, και στον επιμέρους δείκτη προστασίας περιουσιακών δικαιωμάτων βαθμολογείται με 5.34 με άριστο το 10. Ο αντίστοιχος δείκτης δικαιωμάτων ιδιοκτησίας του Heritage Foundation είναι 40/100 για την Ελλάδα, όταν ο μέσος όρος της ΕΕ είναι 74/100, επιβεβαιώνοντας την ελλιπή προστασία δικαιωμάτων ιδιοκτησίας από την «φορολογική αυθαιρεσία», όπως την χαρακτήρισε ο ίδιος ο κ. Χαρδούβελης σε συνέντευξη του λίγο πριν αναλάβει υπουργός Οικονομικών.
Αλλά το εξωφρενικό με τον ΕΝΦΙΑ είναι πως φορολογεί εν μέρει ανύπαρκτες αξίες. Οι αντικειμενικές αξίες με βάση τις οποίες υπολογίζεται ο φόρος είναι του 2007, ενώ οι πραγματικές τώρα είναι μειωμένες κατά 40% κατά μέσο όρο σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Τράπεζας της Ελλάδας. Η Ελλάδα είναι η μοναδική χώρα της ΕΕ που φορολογεί «αέρα», ανύπαρκτες αξίες, πράγμα που έκανε τον Σουηδό καθηγητή του Παν. Λούντ κ. Κ.Χ. Λύτκενς να χαρακτηρίσει αυτή την πολιτική πειρατική (predatory). Διευκρίνισε μάλιστα πως η Σουηδία έχει καταργήσει τους φόρους επί των ακινήτων από την δεκαετία του 1990 ως άδικους, αντιδημοκρατικούς και αναποτελεσματικούς.
Η πρόσφατη (Νοέμβριος) απόφαση στου ΣτΕ καλεί την κυβέρνηση να αναπροσαρμόσει εντός εξαμήνου τις αντικειμενικές προς τις πραγματικές αξίες, θεωρώντας την φορολόγηση «αέρα» αντισυνταγματική. Ελπίζω πως η κυβέρνηση θα το κάνει, γιατί αν δεν συμμορφωθεί με την απόφαση του ΣτΕ θα πρόκειται για μείζονα συνταγματική παρεκτροπή.
Τέλος, η ηθική διάσταση. Το κράτος μετακυλύει βάρος προσαρμογής από το ίδιο, που είναι και βασικά υπεύθυνο για τη δημιουργία των ελλειμμάτων και του χρέους (σπατάλες κακοδιαχείριση, διαφθορά) στους μη υπεύθυνους, τους πολίτες του. Επειδή, δεν κατορθώνει ακόμα και τώρα να διαχειρισθεί την δική του περιουσία, όπως φαίνεται από τη συνεχή υστέρηση των εσόδων από ιδιωτικοποιήσεις, επιβαρύνει υπέρμετρα τις περιουσίες των πολιτών.
Με την ηθική διάσταση συνδέεται και η δημιουργία φορολογικής συνείδησης που θα μείωνε με τη θέληση των πολιτών τη φοροδιαφυγή. Πέρα από το ζήτημα της μικρής ανταποδοτικότητας της φορολογίας στην Ελλάδα, πως θα εμπεδωθεί φορολογική συνείδηση όταν το κράτος συμπεριφέρεται ως “απατεώνας” έναντι των πολιτών, φορολογώντας αέρα, αναθεωρώντας επί το δυσμενέστερο τις σχέσεις του με τον πολίτη, παραβιάζοντας δημοκρατικά και συνταγματικά δικαιώματα και καθιστώντας την Ελλάδα σύμφωνα με όλα τα διεθνή ινστιτούτα την λιγότερο δημοκρατική χώρα στην ΕΕ;
Συμπερασματικά, ο ΕΝΦΙΑ είναι ένας άδικος και αναποτελεσματικός φόρος. Ο μόνος λόγος που επιβάλλεται (και από άλλα κράτη είναι αλήθεια) είναι η ευκολία υπολογισμού και η δυσκολία απόκρυψης. Γνωρίζουμε όμως από τη θεωρία των Θεσμικών Οικονομικών, πως φόροι που επιβλήθηκαν μόνο με το κριτήριο αυτό, ήταν μακροπρόθεσμα καταστροφικοί για την οικονομική ανάπτυξη. Ενα χαρακτηριστικό ιστορικό παράδειγμα είναι η «μέστα», φορολογία που επιβλήθηκε στην Ισπανία τον 16ο αι. στους ιδιοκτήτες κοπαδιών ζώων, κυρίως αιγοπροβάτων για την παραγωγή μαλλιού.
Ηταν φόρος που επιβάλλονταν για κάθε ζώο, άρα σχετικά εύκολος στον υπολογισμό. Επειδή όμως η αντίδραση των τότε πολυάριθμων ιδιοκτητών ζώων ήταν πολύ έντονη, ο αυτοκράτορας αναγκάστηκε να τους προσφέρει τουλάχιστον μια «αντιπαροχή» (σε αντίθεση φυσικά με τους Ελληνες υπουργούς Οικονομικών που δεν κάνουν καμία). Τους έδωσε το δικαίωμα ελεύθερης βοσκής στην επικράτεια, απαγορεύοντας δηλαδή στους ιδιοκτήτες γης να περιφράξουν τους βοσκότοπους και τα κτήματα που τους ανήκαν. Ετσι, οι τελευταίοι δεν είχαν το κανένα κίνητρο να αυξήσουν την γεωργική παραγωγή ως μη κύριοι ουσιαστικά των προσόδων τους, που απειλούνταν από τη βοσκή των αιγοπροβάτων. Μακροχρόνια το αποτέλεσμα ήταν η μεγάλη μείωση της γεωργικής παραγωγής της Ισπανίας. Αντίστοιχα, με την περίπτωση του ΕΝΦΙΑ (και το τέλος πριν από αυτόν) είχαν ως αποτέλεσμα τη νέκρωση του κατασκευαστικού τομέα στην Ελλάδα.
Σε μια δημοκρατία κάθε πολίτης έχει το δικαίωμα να υποστηρίζει την άποψή του, όπως εκείνοι που υποστηρίζουν πως ο ΕΝΦΙΑ είναι δίκαιος φόρος. Οι υπόλοιποι πολίτες έχουν όμως, έχουν επίσης δικαίωμα να γνωρίζουν πως αυτές οι απόψεις είναι τελείως αβάσιμες και λανθασμένες και σε ορισμένες πτυχές τους, αντιδημοκρατικές.